Posted on / in Δημοσιεύσεις

Η Γραφολογική Πραγματογνωμοσύνη ως αποδεικτικό μέσο σε αστικές και ποινικές δίκες

Ομιλία

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΒΑΛΛΗΝΔΡΑ
Επίτιμου Δικηγόρου, Διδάκτορος Ποινικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Μονάχου
στην 1η Συνάντηση Ελλήνων και Ξένων Γραφολόγων που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στις 15/10/2004.

 

Το Δικαστήριο, για να σχηματίσει δικανική πεποίθηση  και να αχθεί σε ορθή απόφαση, στηρίζεται στα αποδεικτικά μέσα που επαληθεύουν ή διαψεύδουν τα γεγονότα,  επί των οποίων θεμελιώνεται το ερευνητέο θέμα.

Μεταξύ των αποδεικτικών μέσων σημαντική αξία έχει η Πραγματογνωμοσύνη, της οποίας γίνεται χρήση από το Δικαστήριο όταν «προς ακριβή διερεύνηση και κρίση επί ενός γεγονότος απαιτούνται ειδικές γνώσεις».

Όταν αντικείμενο μιας αστικής ή ποινικής δίκης είναι  η αναζήτηση της «πατρότητας» ενός χειρογράφου κειμένου ή της υπογραφής του, δηλ. όταν αναζητείται ο γραφέας ή ο υπογραφέας ενός εγγράφου, ή – με άλλη διατύπωση-  η διάγνωση της γνησιότητας ή της πλαστότητας ενός εγγράφου (του κειμένου ή της υπογραφής του  ή και των δύο), τότε είναι απαραίτητη η γραφολογική έρευνα και η σύνταξη Γραφολογικής Πραγματογνωμοσύνης, την οποία ζητεί είτε το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα, είτε οι διάδικοι.

Για να είναι αποτελεσματική η Πραγματογνωμοσύνη και επιβοηθητική στην αναζήτηση της Αλήθειας, πρέπει η γραφολογική έρευνα να διεξάγεται από Επιστήμονα Γραφολόγο, γνώστη και της Αναλυτικής και της Δικαστικής Γραφολογίας.

Για την  γραφολογική έρευνα απαιτείται :

α) Η ανάλυση της γραφής ή της υπογραφής ή και των δύο, αφενός του «υπό κρίση εγγράφου» (questioned document) και αφετέρου των «δειγμάτων γνησίας γραφής και υπογραφής» του προσώπου στο οποίο αποδίδεται το υπό κρίση έγγραφο.

Για να είναι ασφαλής αυτή η γραφολογική ανάλυση, ο πραγματογνώμονας  πρέπει (σύμφωνα με τις αρχές της Αναλυτικής Γραφολογίας) να αναζητεί:

  •  Τους «γενικούς χαρακτήρες» των ελεγχομένων γραφών (μέγεθος, κατεύθυνση, κλίση, μορφή κ.λ.π.).
  •  Τους «χαρακτήρες δομής», δηλ. τον τρόπο χάραξης των επιμέρους γραμμάτων και των τονικών συμβόλων (που έχουν ιδιάζουσα γραφολογική αξία στην ελληνική γραφή).
  •  Τις απόλυτα «προσωπικές γραφικές ιδιαιτερότητες».

β) Η αντιπαραβολή, δηλ. η σύγκριση, της υπό κρίση γραφής και υπογραφής με τις «δειγματικές» γραφή και υπογραφές.

Όταν η γραφολογική ανάλυση και η αντιπαραβολή γίνονται σύμφωνα με τις αρχές της Αναλυτικής Γραφολογίας, αποφεύγονται τα συνήθη λάθη των εμπειρικών γραφολόγων, οι οποίοι:

  • Αποφαίνονται για Πλαστότητα ενός πραγματικά γνήσιου εγγράφου, επειδή αγνοούν τα στοιχειώδη «δεδομένα» είτε της φυσιολογικής εξέλιξης, είτε της παθολογικής αλλοίωσης της γραφής και υπογραφής, λόγω νόσου ή χρήσεως οινοπνεύματος ή ναρκωτικών ουσιών.
  • Αποφαίνονται για Γνησιότητα ενός πραγματικά πλαστού εγγράφου, επειδή δεν είναι σε θέση να διαγνώσουν το ενδεχόμενο της απομίμησης μιας γραφής ή μιας υπογραφής από πρόσωπο που διαθέτει ζωγραφική ικανότητα. Κλασσικές περιπτώσεις λανθασμένων γνωματεύσεων, λόγω αδυναμίας του εμπειρικού γραφολόγου να διαγνώσει την απομίμηση, είναι: η υπόθεση Ντρέυφους και τα Ημερολόγια του Χίτλερ.

Οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να είναι η Γραφολογική Πραγματογνωμοσύνη επιστημονικά ακριβής, ώστε να πείθει το Δικαστήριο (όχι να το υποχρεώνει σε αποδοχή, αφού και η πραγματογνωμοσύνη γίνεται «ελευθέρως» και όχι υποχρεωτικά δεκτή), είναι:

  1.      Ο πραγματογνώμονας να είναι κάτοχος της Αναλυτικής Γραφολογίας.
  2.      Το υπό κρίση έγγραφο να εξετάζεται στο πρωτότυπο.
  3.      Τα συγκριτικά στοιχεία (δείγματα γραφής και υπογραφής του προσώπου στο οποίο αποδίδεται το υπό κρίση έγγραφο) να είναι επαρκή ποσοτικά, κατάλληλα ποιοτικά και πλησιόχρονα προς το ελεγχόμενο έγγραφο.